Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

ως την άκρη του μυαλού σου


19
                                                          χαρούλα- πλιάτσικας
Εσύ με ξέρεις πιο πολύ, απ' όλους στη ζωή μου
τα μαγικά ταξίδια μου, τα έκανες κι εσύ
Όταν η νύχτα μ' έστελνε, στα στέκια της ερήμου
για σένα ήταν πάντα απλό, να ψάξεις να με βρεις
Σου λέω με ξέρεις πιο πολύ, απ' όλους στη ζωή μου
για σένα είναι πάντα απλό, να ψάξεις να με βρεις...
Κι απόψε, μες την έρημη την πόλη, που με βρήκες πάλι,
πάρε με κοντά σου
Κρύψε με μες το παλτό σου, κάνε με κορμί δικό σου
ως την άκρη του μυαλού σου, ως την άκρη του ουρανού σου
Τύλιξέ με στο κασκόλ σου, σαν παιδί σαν άγγελό σου
να χαθώ στη μυρωδιά σου, να χωρέσω στ' όνομά σου...
Η πόλη παίζει τη σκληρή, στα ενήλικα παιδιά της
κι αν λείπει το άλλο σου μισό, μισός μένεις κι εσύ
μα όταν μαζί σου περπατώ, στα έρημα στενά της
στο πέλαγος της μοναξιάς μου, γίνεσαι νησί
Η πόλη παίζει τη σκληρή, στα ενήλικα παιδιά της
κι αν λείπει το άλλο σου μισό, μισός μένεις κι εσύ
106039,1198701150,1.jpg
Κ α λ η μ έ ρ α   σ ε   ό λ ο υ ς Smile
Aug18
                                                                                γλυκερία
Βρεγμένο ρούχο η μοναξιά μου
Καθώς βαθαίνει η νύχτα
Την άλλη όψη της καρδιάς μου
Όσο κι αν έψαξα δεν βρήκα
Βρεγμένο ρούχο η μοναξιά μου
Που το φορώ και στάζει
Το μόνο που έμεινε κοντά μου
Το δρόμο που φυγες κοιτάζει
Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου
Και το χεις πάρει μακριά
Φόρεσες τον ήλιο στο λαιμό σου
Κι εδώ δεν ξημερώνει πια
Στην ανεμόσκαλα του πόνου
Κι απόψε ανεβαίνω
Μια σπίθα στη βροχή του χρόνου
Πάλι ξεχνάς πως περιμένω
Στην ανεμόσκαλα του πόνου
Χωρίς φιλί και χάδι
Σε μια γωνιά αυτού του τόπου
Πώς να τ' αντέξω το σκοτάδι
42252-12885-woman-window.jpg
Aug18
untitled 3333456.bmp
Kάποτε καθόταν στη σοφίτα και τραγουδούσε
στην κουνιστή καρέκλα ένα τραγούδι
που είχε ερμηνεύσει μια ηθοποιός του κινηματογράφου
που πέθανε από ναρκωτικά,
διότι δεν άντεξε η ψυχή της την αντάρα του κόσμου.
Άλλοτε στεκόταν στον καθρέφτη μπροστά
με σοβαρότητα περίσσια.
Έκανε μια βαθιά υπόκλιση
με το χέρι αριστερά στην καρδιά
όπως είχε δει κάποιους θεατρίνους να κάνουν,
άνοιγε το βιβλίο που κρατούσε κι άρχιζε να απαγγέλλει.
Ήταν τα βιβλία που είχε γράψει
η ίδια θεατρίνα κάμποσα χρόνια πριν πεθάνει.
Βιβλία με το στίγμα του κόμματος
που την είχε οδηγήσει να βρει το δρόμο της.
Έγραφε τσεκουράτες κουβέντες.
Ήταν ποιήματα χωρίς ομοιοκαταληξία.
Τι δουλειά είχε αυτή με την ομοιοκαταληξία;
Καμία σχέση δεν ήθελε να έχει με την τάξη,
κανενός είδους τάξη κι έτσι όλο κόντρα στο κύμα πήγαινε.
Γι' αυτό τη διάβαζε πάλι και πάλι.
Γι' αυτό στεκόταν μπροστά στον καθρέφτη
και η απαγγελία γινόταν
με προσοχή μεγάλη σαν ιεροτελεστία.
Μη φύγει μια συλλαβή, μην τονίσει κάποια λέξη λάθος.
Ένιωθε πως τον παρακολουθούσε
από το ανοιχτό παράθυρο μέσα από τη
θολούρα του ουρανού που άφηνε
μόνο λιγοστά αστέρια να φαίνονται.
Τα δυο απ' αυτά ήταν τα μάτια της και το ένιωθε,
γι αυτό το λάθος στην απαγγελία ήθελε να αποφύγει.
Σαν ξεχνούσε το φόβο που χωρίς να υπάρχει είχε εμπνευστεί
μόνο και μόνο από το δέος που ένιωθε γι αυτή,
έμπαινε στο νόημα του ποιήματος. Τότε ξέφευγε
κι απ' τη σοφίτα κι από την πραγματικότητα
κι έμπαινε σ' ένα ρόλο που τον πήγαινε μακριά.
Ταυτιζόταν με τη μαχητικότητα της
και γινόταν αγωνιστής
ενάντια στο σκοτάδι του κακού κόσμου.
Αίφνης ξεχώριζε τους καλούς από τους κακούς,
αυτούς που έκρυβαν δόλο, τους πολιτικούς,
τους απολιτικούς, τους ευγενείς
εκ φύσεως και τους γλείφτες εκ θέσεως.
Άνοιγε τα φτερά του για ψηλά κι έκανε φίλους τα πουλιά,
προσγειωνόταν σε στέγες σπιτιών
ή στις κορυφές των δέντρων του περιβολιού με τα ξωτικά.
Τις νύχτες φοβόταν τα ξωτικά,
που δεν ήταν άλλα από τις σκιές των κλαδιών στο φεγγαρόφωτο,
το θρόισμα των φύλλων, τα σφυρίγματα από τα νυχτοπούλια.
Φοβόταν όμως και το τραγούδι έπιανε για να έχει παρέα
σαν τότε που δούλευε μέσα στο κρύο
πολύ πρωί κι άνθρωπο δε συναντούσε.
Για να νικήσει τη μοναξιά
έκοβε ένα άγουρο μανταρίνι με φυλλαράκια.
Στόλιζε τα φυλλαράκια στο τιμόνι για συντροφιά
και δάγκωνε το πικρό μανταρίνι για να ξεχάσει το κρύο.
Πώς τα κατάφερνε άγνωστο παρέμεινε και για τον ίδιο.
Πολύ αργότερα κατάλαβε πως ήταν μάχη
και αντίσταση αυτή η πράξη.
Προσπαθούσε να κρατηθεί για να μπορέσει
να γυρίσει από την παλιοδουλειά
και να στρωθεί στο διάβασμα των ποιημάτων...
                                 Στέλλα Μ. (απόσπασμα) 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου