Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013

η παρουσία της απουσίας

η παρουσία της απουσίας



Μου είπες "όχι άλλο" κι έφυγες.Ζούσα βαφτισμένος στην απουσία σου.Κι η απουσία σου ήταν η πιο αστραφτερή παρουσία της ζωής μου.Όλα τα κατέλυε κι όλα τ'αναγεννούσε απ'την αρχή σε χρωματισμούς και φωτοσκιάσεις νέες:Φωτοσκιάσεις νοσταλγίας.Αν κάθε κόσμος χρειάζεται τον ήλιο του για να τριγυρίζει γύρω του και να ρουφά ζωή,αυτό το δικό σου "όχι" έγινε τώρα ο ήλιος του κόσμου μου και γύρω από αυτό γύριζε η ύπαρξή μου συνεχώς.Σε νοσταλγούσα.Η νοσταλγία δίνει στη ζωή ουσία και ανάταση.Αθωώνει τις ψυχές κι ευαισθητοποιεί το δέρμα.Σε μαλακώνει,σε κάνει καλό κι ονειροπόλο.Τα πράγματα γύρω σου από απρόσωπα αντικείμενα μεταμορφώνονται σε σύμβολα,οιωνούς και υπαινιγμούς.Κυκλοφορούσα ανάμεσα σε σύμβολα και υπαινιγμούς,όλα γύρω από σένα κι αυτό μετάγγιζε στην καθημερινότητά μου ποίηση και συγκίνηση.Το ανούσιο σκηνικό της καθημερινότητάς μου μεταποιήθηκε σε ένα μυστήριο ιερογλυφικό που ξεκίνησα με ζήλο παθιασμένο να αποκρυπτογραφήσω.Όλα του βίου μου πήραν μια θέση και συγκλείνανε στο μέγα ερωτηματικό της καρδιάς μου:Πότε θα ξανάρθεις?
Νοσταλγώντας σε γινόμουν όμορφος κι αδικημένος.Η αίγλη του αδικημένου έριχνε στο πρόσωπό μου χλωμό φωτοστέφανο και με ξεχώριζε απ'όλους τους άλλους γύρω μου που κανείς καημός δεν εξάγνιζε το δικό τους βλέμμα.Βαφτισμένη στην απουσία σου,πήρε επιτέλους σκοπό η ζωή μου.
Ο κόσμος όλος,οι δρόμοι, τα γραφεία,τα δωμάτια του σπιτιού γίναν οι χώροι που μόλις είχες φύγει αφήνοντας πίσω σου το δικό σου άρωμα.Ήμουνα το λαγωνικό μόνιμα πίσω απ'το άρωμα της αναχώρησής σου στραμένο.Σε οσφραινόμουνα όσο μακριά κι αν βρισκόμουνα,σε οσφραινόμουνα παντού γιατί από παντού απουσίαζες.
Αν είναι αλήθεια ότι αγαπάμε ό,τι μας λείπει εγώ από την ώρα που μου έλειψες σε λάτρεψα.Κι αν οι άνθρωποι γνώριζαν τη σημασία που μπορεί να έχει η απουσία τους θα τη χρησιμοποιούσαν καλύτερα στις μεταξύ τους σχέσεις.Αντίθετα,τρομάζουν μήπως απόντες περιπέσουν σε κενό ανυπαρξίας κι αυτό τους κάνει ενοχλητικά φασαριόζους και φλύαρους.Και το κενό της φλυαρίας είναι το χειρότερο.
Όμως εσύ είσαι σοφή.
Χωρίς να σκέφτεσαι μπορείς και αισθάνεσαι,ίσως μάλιστα επειδή ακριβώς δεν σκέφτεσαι καταφέρνεις να νιώθεις τόσο βαθιά.Εσύ έχεις τη γνώση του πότε πρέπει να σιωπάς,πότε να φεύγεις όπως στο καλό θέατρο ξέρουν πότε να ρίξουν την αυλαία ώστε να μείνει η παράσταση στους θεατές αλησμόνητη.
Τούτο το έγκαιρο φευγιό σου μ'έκανε ν'αποξεχάσω κάθε ελάττωμα της μέχρι πριν παράστασής σου και να μου απομείνεις μόνο σαν αποχώρηση εκτυφλωτική,σαν δόξα.
Όλα μαζί τα χιλιάδες "ναι" που μου'λεγες την εποχή του δεσμού μας δεν μου έδωσαν τη συγκίνηση εκείνου του μοναδικού σου "όχι" στο τέλος του.Το "όχι" σου σε αποθέωσε στα μάτια μου κι εκείνα τα "ναι" σου που καμιά φορά τα έκρινα,με δυσφορία,δειλά και δουλικά,τώρα τα υπερτίμησα σε ψυχική περίσσια και τις υποχωρήσεις σου σε ευγενικό σθένος.Η άρνησή σου σε αποθέωσε.
Μου έλειπες,όμως είχα πια την πείρα να κατανοώ την αξία κάποιων πόνων και να τους υπομένω με καρτερία,με ευχαριστία θα έλεγα.
Είχα πια την πικρή πείρα να αντιλαμβάνομαι την ωραιότητα της οδύνης από την ασχήμια μιας ευχαρίστησης.Να εμπιστεύομαι την ύπαρξή μου στα χέρια μιας τυραννίας χωρίς να φοβάμαι όσο παλιότερα.
Η απουσία σου μου γέμιζε την ζωή μου την άδεια.Δεν υπήρχε κενό μέσα μου ή έξω μου που να μην κύλησε η απουσία σου σαν πλημμύρα μπόρας και να το πλημμύρισε.Μήπως κι ο Θεός με την απουσία του δεν εμφανίζεται?Απών σε προκαλεί να τον αναζητάς,να τον ορματίζεσαι και την έκσταση η ερημιά στην φωτιάζει.
Απούσα έδωσες μορφή και στις άλλες γυναίκες γύρω μου.Απ'την ανυπαρξία τις ανέδυες σε υπαρκτές.Όποια κι αν συναντούσα είχε τώρα πια σημασία για μένα.Από άσπρος τοίχος τα πρόσωπα τους και τα κορμιά τους αποκτούσαν χαρακτηριστικά συγκεκριμένα που καθόμουν και παρατηρούσα με προωτόφαντο ενδιαφέρον.Γιατί ήταν πρόσωπα και κορμιά που επιβάλλανε να τα συγκρίνω με τα δικά σου.Να μετρήσω ομοιότητες και διαφορές ανάμεσά σας.Στα μάτια,στα χείλη,στα δάχτυλα,στην κίνηση,στη φωνή.
Άσχετα απ΄το οικτρό αποτέλεσμα,περιτριγυριζόμουν επιτέλους από πρόσωπα που μου κινούσαν κάποιο ενδιαφέρον.Επιτέλους!
Και τα τηλεφωνήματα άλλαξαν.
Από φοβερή όχληση τα κουδουνίσματα μέσα στο σπίτι ηχούσαν τώρα σαν πιθανός ευαγγελισμός.Γιατί πάντα υπήρχε μια μικρή,μια ελάχιστη πιθανότητα,να τηλεφωνάς εσύ.Σαν την ελπίδα για το θαύμα που διαπερνά όπως ακτίδα το σκοτεινό βυθό της ρουτίνας μας και την κάνει υποφερτή.
Ποτέ,ποτέ η ζωή μου δεν είχε τόση αξία.Έγινε πια μια ζωή ταγμένη.Ταγμένη να σε νοσταλγεί και να σε αναμένει.Ήταν πια μια ζωή που μπορούσε να πονά.Λίγο το'χεις αυτό?Να μπορείς να πονάς!Αν αυτό δεν μπορείς,τίποτα δεν μπορείς να περιμένεις από τη ζωή σου,τίποτα δεν μπορείς να στοχεύεις,τίποτα που να ελπίζεις να συμβεί.Στο τέλος δεν υπάρχεις.
Πέρασα ένα ολόκληρο καλοκαίρι ζωντανός απ'την απουσία σου,συνειδητοποιημένος απ'τη σιωπή σου.Ονειροπαρμένος,πληγωμένος,προσανατολισμένος στην αναμονή σου.Ήρωας τραγωδίας μικρής.Για πρώτη φορά ήξερα με σιγουριά τι θέλω:Να επιστρέψεις!
Μέτρησα και γνώρισα τις διαστάσεις μου,το κουράγιο μου,τις δυνατότητές μου,τις αποστάσεις που μπορεί να διανύσει η ματιά μου κι η φαντασία μου,τα βάθη που μπορεί να με κατεβάσει η λύπη και να μην πνιγώ.Πρόσεξα πόσες φορές χτυπά κατά μέσο όρο το τηλέφωνο τη μέρα,πόσα ποτήρια νερό καταναλώνω,πόσα βήματα είναι πάνω κάτω η βεράντα μου και χρονομέτρησα διάφορες διαδρομές.Μελέτησα τη γεωγραφία του μικρού μου κόσμου κι αυτή η μελέτη μετέβαλε τις ιδέες μου για πολλά πράγματα,ακόμα και για τον εαυτό μου.Η απουσία σου εφάρμοσε ένα μικροσκόπιο στο μάτι μου και θαμπωμένος ανακάλυπτα τη θαυμαστή σύσταση που μπορεί να έχουν οι λεπτομέρειες.Περιττό να σου πω πως λάτρεψα τα ελάχιστα βουβά τηλεφωνήματα που μου έγιναν αυτό το διάστημα.Τα σημείωνα μάλιστα σε ειδικό μπλοκάκι με ημερομηνία και ώρα.

Αρχές Φθινοπώρου,τελικά,ένα τηλεφώνημα ήταν δικό σου...Εγώ που όλον αυτόν τον καιρό με οδύνη χαρακτήριζα οποιοδήποτε κάλεσμα μονάχα σαν "Δεν είσαι εσύ ακόμα",με παρατηρούσα να σε υποδέχομαι ψυχρά,με απάθεια, σαν τίποτα να μη συμβαίνει.Καμιά μα καμιά αυτογνωσία μας δεν είναι ικανή να προβλέψει την αντίδρασή μας κάποια δεδομένη ώρα όταν πράγματι αυτή η ώρα φτάσει.
Από τον τόνο της φωνής σου αισθάνθηκα πως ήσουν έτοιμη να γυρίσεις κοντά μου,έτοιμη να ζητήσεις συγνώμες και να δώσεις όρκους.Και τρόμαξα...Παρέδιδες όλα σου τα όπλα κι έκανες όλη σου τη λαμπρή εξουσία πάσα σε μένα.Μου μεταβίβαζες το ξίφος της απόφασης για τη ζωή μας.Η απουσία σου τερμάτιζε εδώ και η μαγεία της και η αξία της μ'εγκατέλειπαν απροετοίμαστο.Ό,τι ποθούσα κι ό,τι λαχταρούσα μου προσφερόταν στο πιάτο,με άπρεπη,άσεμνη ευκολία.Γυρνούσες πάλι σε μένα.Η τραγωδία μου τελείωνε πιο κακόγουστα και κοινότυπα κι απ'το αίσιο τέλος παλιάς ελληνικής ταινίας.Κι εγώ που τώρα πια κάτι έχω μάθει περισσότερο για της αλχημείες της παρανοϊκής μου ψυχής,αντέδρασα σαν κακομαθημένο κι εγωιστικό παιδί για να μη χάσω το πανάκριβο δώρο που αξιώθηκα.Για να μη μου λιώσει μέσα στην πλήξη της επιστροφής σου.
Μου είπες:Εντάξει,κέρδισες,θέλω να γυρίσω κοντά σου.
Τούτη η νίκη μου δε μ'ενδιαφέρει πια,τούτη η ήττα σου δεν είναι αυτό που γυρεύω.
Και τώρα,σου είπα όχι εγώ για να διαφυλάξω απ΄την παρουσία σου το πολύτιμο απόσταγμα της απουσίας σου.

Μάρω Βαμβουνάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου